* Η “τραγουδιάρα” πλατεία μας

18 Σχόλια από αναγνώστες

Όλος ο κόσμος μια εκδρομή. Πάντα τέτοιο καιρό και για πολύ αργότερα συντελείται ο μεγάλος ξεσηκωμός. Οι αγρότες τακτικοί ενώ επαγγελματίες και υπάλληλοι “εκδράμουν” συνήθως τα Σαββατοκύριακα. Για τους περισσότερους οι καλοκαιρινές άδειες αποτελούν άγνωστο φρούτο. Στοv τόπο μας η άδεια “τρώγεται” Δεκέμβρη – Γενάρη.
Ελαιομάζεμα, το μεγάλο στοίχημα!
Τις κουβέντες, τα γέλια και τις φωνές έχουν ισοπεδώσει εδώ και χρόνια τα μηχανήματα. Μοτέρ για “λανάρες” και “κουπε-πε” επιβάλουν εργασία στη “μούγκα”. Άσχετα από καιρικές συνθήκες, τιμές ή αργίες, το πανηγύρι στήνεται καθημερινά στον κάμπο.
Η Δευτέρα που πέρασε ήταν από πλευράς θερμοκρασίας η “πρώτη” χειμωνιάτικη ημέρα. Κρύο, …μα πολύ κρύο! Ο αέρας να σηκώνει τα λιόπανα και να σκορπά το κόπο μας μέτρα μακριά. Γύρω στη μία δεν άντεξα. Ανάθεμα τα μεροκάματα που θα πληρωθούν ολόκληρα έτσι κι αλλιώς, τα παγωμένα και ανεμοδαρμένα κορμιά μας είχαν ξεπεράσει τα όρια. «Πάμε» φώναξα, «είμαστε άνθρωποι, όχι ρομπότ».
Τα μαζέψαμε και φύγαμε άρον – άρον. Τα’ αυτιά μας βούηζαν για ώρες αργότερα.

Με τέτοια δάχτυλα το πληκτρολόγιο δε θέλει ούτε να μας βλέπει. Εμείς να δεις. Ο αγώνας για τον επιούσιο, λειτουργεί σε βάρος των υπολοίπων αυτή την εποχή. Ένα από τα θύματα και η γραφή του blog. Θα το έχετε διαπιστώσει άλλωστε. Αν ζούσαμε στη Σκουφά σίγουρα θα συνεχίζαμε αμείωτα (ίσως το καλοκαίρι λόγο Μυκόνου να “κοιλιάζαμε”). Ζούμε όμως στους Μολάους και χορεύουμε στο χορό της “ευλογημένης” ελιάς.

Παραμονή Χριστουγέννων η πλατεία μας γέμισε κόσμο. Αιτία μια χριστουγεννιάτικη γιορτή με… καρναβαλικό στίγμα. Ο ξυλοπόδαρος και οι κλόουν θέλησαν να πουν χρόνια πολλά στα μικρά Μολαϊτάκια. Ευπρόσδεκτα και ας έμοιαζαν κάπως αποκριάτικα. Επαγγελματικοί σύλλογοι και Δήμος προσπάθησαν να ζωντανέψουν το κέντρο μας και κατ’ επέκταση τις επιχειρήσεις. Εκείνο που δεν καταλάβαμε πολλοί ήταν τι γύρευαν οι ελαφρά ντυμένες “χορεύτριες” σε παιδική γιορτή. Τελείως άσχετο το δημόσιο οφθαλμόλουτρο χριστουγεννιάτικα. Ας είναι…

Η “τραγουδιάρα” πλατεία μας, πλημμυρίζει εβδομάδες τώρα χριστουγεννιάτικα άσματα. Τα δημοτικά ηχεία “λαλούν” σε εγχώριους και ξενικούς ρυθμούς. Εκτός από τους ήχους έχει γεμίσει και με λαμπιόνια των ημερών. Φέτος οι ιδιώτες πήραν τη ρεβάνς από το Δήμο σε πλήθος και ποσότητα. Σε γούστο; …αυτό ορίζεται πάντα από προσωπικό κριτήριο.


Σήμερα Χριστούγεννα στέλνουμε σε όλους τις “εκ βάθους” ολόθερμες ευχές μας. Χαμογελάμε και ευχόμαστε ακόμη και στον άγνωστο φίλο του blog, που στην πρώτη φετινή ευχή που λάβαμε στο e-mail και με αφορμή το ότι δεν αρθρογραφήσαμε για τον πρόσφατο ξεσηκωμό μετά την δολοφονία του μαθητή στα Εξάρχεια, μας ευχόταν να ψοφήσουμε(!) αφού συνεχίζουμε να ασχολούμαστε με τη «γαμωΜολάοι μας» όπως ανέφερε. Και εμείς φίλε μου σου ευχόμαστε υγεία σε ‘σένα και στην οικογένειά σου. Ελπίζουμε η ενασχόληση με το θέμα που αναφέρεις των Χατζηνικολάου, Πρετεντέρη, Καμπουράκη, Ευαγγελάτου και Τατιάνας, καθώς και του πλήθους των παραθυρολόγων να σε αποζημίωσε. Όχι μόνο μας άγγιξε, αλλά μας συγκλόνισε. Το γιατί δεν το πράξαμε το ξέρεις, αφού οι αρχές μας, επιτάσσουν το αποκλειστικά Μολαΐτικο περιεχόμενο εδώ μέσα.

Σήμερα Χριστούγεννα νιώθω το στομάχι μου ήδη βαρύ. Απορώ με τις αντοχές μου αφού όλοι οι εορτάζοντες με πίεσαν να δοκιμάσω όλα τα καλούδια τους. Βρήκαν στο πρόσωπο μου άλλον ένα Μαμαλάκη για να επιβεβαιώνω το μέγεθος της μαγειρικής τους ικανότητας;
Αύριο αργία για τους περισσότερους, εμείς θα εκδράμουμε στον κάμπο. Οι ελιές είναι εκεί και μας κλείνουν το μάτι. Εδώ που τα λέμε, δεν είναι ν’ αφήνεις τις ευκαιρίες χαμένες. Για την “εξ Αθηνών” βοήθεια, ήλθε η ώρα να βγάλει μέρος του κόπου από τους τενεκέδες λαδιού που παίρνει μαζί της κάθε φορά. Αν και περισσότερες ελιές θα πατήσουν παρά θα μαζέψουν, θα τους κάνει καλό ο καθαρός αέρας αυτής της “εκπαιδευτικής” εκδρομής. «Για να κτιμήσουν» που έλεγε και η γιαγιά μου.

Μη φοβάστε τις δύσκολες εποχές. Αυτές υπήρχαν πάντα.
Συμπολίτες και μη. Ας αποτελέσει η υγεία όλων μας, αφετηρία για το μέλλον.

* Έγραψε κανείς ;

3 Σχόλια από αναγνώστες

Θέλω να κυνηγήσω το χρόνο. Θέλω όμως και να τον πιάσω, να τον βουτήξω απ’ το γιακά και να του φωνάξω κατάμουτρα:
«Που πας βρε χαμένε; Γιατί κάθε πρωινό μου “περισσεύεις” και το βράδυ δε μου φτάνεις; Πότε θα σε προλάβω να μαζέψω και τις ελιές μου; να πάω κάποια στιγμή το αυτοκίνητο “για λάδια” πριν το κάψω; να φανώ συνεπής στις αγγαρείες των φίλων; μια φορά βρε κακούργε, μια φορά! Να βάλω στο αμάξι τη πιτσιρικαρία όλης της γειτονιάς και να ξαναζήσω εκείνη τη μοναδική εξόρμηση στο Γέρακα; Με τη θερμοκρασία κοντά στο μηδέν τότε, εγώ να κυνηγώ αυτά να μη βραχούν και κείνα να μπαίνουν μέσα σχεδόν μέχρι το γόνατο στη λιμνοθάλασσα να ταΐσουν αυτά τα περήφανα και σπάνια πουλιά που λόγω κρύου είχαν βρει καταφύγιο στα νερά της. Μου το χρωστάς, δε ζω στην Αθήνα, στους Μολάους ζω και όλα είναι “μια πηδιά τόπος μακριά”. Χρόνο θέλω!»

Καμιά συγκίνηση, καμιά κατανόηση. Πάντα πίσω του θα τρέχω και μια ζωή “χαμένος” (για ‘μενα) θα ‘ναι.

Τι να λέω, με βλέπω κάθε βράδυ στο καθρέπτη. «Πως κατάντησες… πόσες φορές είπες ότι από αύριο αλλάζεις τακτική. Ένα σωρό… και μου ‘θελες και blog τρομάρα σου. Πότε θα προλάβεις; Άσε τους άλλους, για σένα ρωτώ. Ο “μικρός” θέλει να τον ενοχλούμε μόνο για τα τεχνικά, ο άλλος έχει κάνει το δρόμο Μολάοι – Αθήνα καθημερινότητα. Έχει δει “τσίτες” στο νέο κομμάτι Βλαχιώτη – Γκαγκανιά και έχει το θράσος να λέει: «γράψε κάτι γι’ αυτά τα χάλια, εγώ δε προλαβαίνω». Εκείνος πηγαινοέρχεται, εγώ να γράψω!
Τι να πρωτογράψω και πότε; Το απόγευμα της Τετάρτης φάνταζε ιδανικό για γράψιμο. Περιττό να πω ότι όλα τότε έτυχαν. Άντε αύριο Πέμπτη. Σιγά μη! Τα ερεθίσματα πολλά, τα θέματα επίσης. Τίποτα γραμμένο όμως, όλα στο μυαλό. Το ένα επισκίαζε το άλλο και η δομή άλλαζε συνέχεια. Τι τα θέλεις αν δεν αποτυπώσεις κάπου τις πρώτες αρχικές σκέψεις, μετά ούτε το περιβάλλον ούτε και η ψυχολογία σε βοηθούν.
Το Σαββατιάτικο βραδάκι όμως θα έγραφα. Κρατώντας ολομερής το πριόνι στο χωράφι, κουβαλώντας κλαδιά και λιόπανα τα δάχτυλα είχαν γίνει διπλάσια. Πονούσαν αυτά, πονούσε και η μέση. Ένα κλικ στο πληκτρολόγιο, δύο γράμματα στην οθόνη. «Παράτα τα και τράβα για ύπνο» μου είπα και «συμφώνησα».
Η Κυριακάτικη βροχή μας κράτησε όλους μέσα. Ότι πρόλαβε ο καθ’ ένας μας “έπιασε”.
Άνοιξα την οθόνη και… την κοιτούσα και με κοιτούσε. Που πήγαν όλα αυτά που είχα στο μυαλό μου; Ας προσπαθήσω να βολέψω σ’ ένα θέμα κάποια και για τα υπόλοιπα βλέπουμε. Ωραία, ας αρχίσω…

Δημοπρασίες λαδιού, τιμές και τα συναφή. Ωχ, πάλι με απαισιόδοξο θέμα μέρες που έρχονται. Μας είπαν και γκρινιάρηδες στο e-mail. Τι να πω για τα χάλια του 2,20 έως 2,30 ευρώ το κιλό; Γιατί δε το ξέρουμε όλοι; Πάλι θα μαυρίσει η ψυχή μας.

Ας πιάσουμε κάτι ευχάριστο. Για το θεατράκι τα γράψαμε, ας πούμε για το κλειστό γυμναστήριο. Φίλος “αθληταράς” ορκίζεται ότι άρχισαν τα χωματουργικά! Είναι όμως νωρίς. Στον τόπο που ζούμε πολλά έχουν μείνει στάσιμα και μετά τη θεμελίωση. Το κλειστό δεν έχει φτάσει ούτε εκεί. Ας κρατήσουμε μια “πισινή” και θα το υποδεχτούμε μετά βαΐων και κλάδων σε λίγο καιρό, εάν συνεχίσουν βέβαια αμείωτες οι εργασίες κατασκευής.

Ας πάμε αλλού. Στα υπολείμματα των ελαιουργίων (καλογέρια) συνεταιριστικών και μη, που χύνονται ακατέργαστα στη “τρύπα” της Μεταμόρφωσης. Αυτό θα πει, εμπλουτισμός υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα. Αχ βρε πολύπαθε κάμπε. Μια η εισβολή της θάλασσας και μια τα καλογέρια, σε κύκλωσαν τα βάσανα. Στο τέλος θα τα πιούμε από τις Δημοτικές γεωτρήσεις, θα λουστούμε και θα μας φταίει ο Γρυπιώτης που φωνάζει για τα (ανύπαρκτα) περισσεύματα του Βασιλοπόταμου. Δέκα λεπτά να κόψουμε την ημέρα από τα ποτίσματα μας, την καλύψαμε τη διαφορά. Άσε το και αυτό. Τώρα η όποια αναφορά θα είναι εν θερμό, την Άνοιξη το ξαναπιάνουμε και βλέπουμε.

Άλλο. Άλλο ναι, πιο όμως; Ο δρόμος Γκαγκανιά – Βλαχιώτη. Αυτό που δε βρίσκει χρόνο “ο άλλος” να γράψει. Ο δρόμος με φουρτούνα! Τέτοιο πάνω - κάτω από τις ανωμαλίες, ούτε σε βάρκα με Πουνέντε! Με τρία σημεία κρυφές καρμανιόλες για τους ανυποψίαστους. Πρώτη φορά είδα δρόμο να ρίχνει τόσο πολύ τα χιλιόμετρα της απόστασης και να διατηρεί ευλαβικά τα χιλιόμετρα της ταχύτητας του προηγούμενου παλαιού! Μετά την πρώτη ψιχάλα απαραίτητο το σλάλομ ανάμεσα στα χώματα. Όχι – όχι, δεν θα γκρινιάξω εγώ για ‘κείνον. Ας έρθει να τα γράψει ο ίδιος.
Αλλά να ρωτήσω κάτι βρε παιδιά; Αυτό το έκτρωμα δεν ερεθίζει με τίποτα τις τοπικές κοινωνίες μας (συλλόγους, συνεταιρισμούς) ή τους εκπροσώπους μας; Να γίνει μια παράσταση στην Περιφέρεια Πελοποννήσου γι’ αυτή την αλητεία που κάποιοι θέλουν να ονομάζουν δρόμο! Τέτοια αλλοτρίωση; Τέτοιος ωχαδερφισμός; Εμπρός και ‘συ Δήμαρχε από την πλευρά σου! Αν δε το έχεις κάνει ακόμη, τι περιμένεις;

Κάτι αισιόδοξο; Ας πούμε το καμάρι του συνεταιρισμού μας. Το νέο εργοστάσιο. Περνώντας από το ιδιωτικό τα καλογέρια τρέχουνε πάνω στη στροφή. Βρομιά και κίνδυνος καταμεσής του δρόμου. Οι δεξαμενές του λαδιού εκτεθειμένες στον ήλιο υποβαθμίζουν το προϊόν. Από την άλλη το συνεταιριστικό αποτελώντας εξαίρεση στον κανόνα πανελληνίως, στολίδι από μόνο του. Περισσότερη τάξη (σε κάποια θέματα μπορούμε και καλύτερα) σε προδιαθέτει ευχάριστα. Αλλά όχι αυτό το θέμα δεν αξίζει σύντομης αναφοράς. Μαζί με την ΚΑΣΕΛΛ αξίζει σε κάποια μεταγενέστερη δημοσίευση αναλυτική αναφορά.

Τελικά σήμερα τίποτα δεν ολοκληρώσαμε. Όποια πόρτα και αν ανοίξαμε την ξανακλείσαμε.
Πιστέψτε μας, αποφύγαμε λόγω ημερών να “ρίξουμε στη σέντρα” κάτι μίζερο.
Όσο για το ευχάριστο, θα κάνουμε μια βόλτα στη στολισμένη πλατεία μας και εκεί υπό τους ήχους του Sinatra, μπορεί και να το συναντησουμε.

Χαμογελάστε. Τα Χριστούγεννα έρχονται.
Κάτι σας χρωστάμε...

* Θα καλύψει το κενό;

12 Σχόλια από αναγνώστες

Σαββατοκύριακο. Η βροχή είχε καθαρίσει την ατμόσφαιρα και το χώμα είχε πάρει αυτή τη μοναδική μυρουδιά. Πάντα την απολαμβάνω στα πρωτοβρόχια. Πιο μεθυστική μετά την άνυδρη περίοδο που βιώσαμε φέτος.
Πλημμυρίζει τον αέρα και σου θυμίζει ότι η αφετηρία της ζωής είναι μία και μοναδική.
Το νερό!

Συνηθίζω όταν έχω ευκαιρία να τριγυρνώ.
Το μικρό διάλειμμα ηλιοφάνειας μετά τη βροχή με τράβηξε κυριολεκτικά έξω από τη φωλιά μου. Καλό το διαδύκτιο αλλά πως να σου χαρίσει τέτοιο “άρωμα”.
Τουλάχιστον …όχι ακόμη!
Κάπως έτσι έπεσε στη αντίληψή μου και με έκανε να χαμογελάσω ευχάριστα.
Το μικρό έργο που είδα να παίρνει σάρκα και οστά μπροστά μου, απέκτησε στα μάτια μου περισσότερη αξία ως παράδειγμα και ως απόδειξη ότι κάποιες φλόγες δε σβήνουν σε τούτο τον τόπο, παρά σαν αξία που έχει το ίδιο καθ΄ αυτό το έργο.

Η σκέψη μου πήγε μήνες πίσω. 8 Μαρτίου 2007. Δύο ημέρες μετά την έναρξη αυτής της προσπάθειας (blog). Ήταν το πέμπτο μας θέμα και με λύπη διαπιστώναμε προφητικά: «Το Πνευματικό Κέντρο δεν πεθαίνει ...πέθανε!!!». Δεν ξέρουμε πόσους άγγιξε αυτός ο προβληματισμός. Γράψαμε πολλά τότε. Η γλώσσα καυστική μεν, αληθινή δε.
Μια ιδιαίτερη σχέση μας συνέδεε με το χώρο. Αγανακτήσαμε για την κατάντια του. Αναρωτιόμασταν αργότερα σε άλλο θέμα: «Αυτό που σε άλλες πιο στερημένες εποχές, αποτέλεσε προτεραιότητα για τους τότε, σήμερα φαντάζει περιττό για 'μας;»

Οι Μολάοι ήταν για δεκαετίες το πολιτιστικό κέντρο της περιοχής.
Θυμηθείτε, την ύπαρξη της μοναδικής φιλαρμονικής και του μοναδικού Πνευματικού Κέντρου. Τώρα που οι γύρω Δήμοι απέκτησαν το πρώτο, εμείς απωλέσαμε το δεύτερο!

Όμως...
Ακόμη και αν αντιγράψαμε κάποιους άλλους, σ’ αυτή την περίπτωση δεν ήταν καθόλου μα καθόλου κακό.
Βέβαια μπορεί να μη “κοπιάραμε” κανέναν, αλλά κάποιοι ντόπιοι να έσυραν το χορό.
Ίσως βέβαια και να το επέβαλαν τα πρόσφατα αποτελέσματα των παιδιών.
Ότι, μα ότι κι αν έγινε, είναι γεγονός. Ένα μικρό ανοιχτό θεατράκι παίρνει σάρκα και οστά, στον προαύλιο χώρο του Λυκείου. Αρχαιο-Ελληνικό το μοτίβο του, νέο-Ελληνική η αποστολή του. Μικρό το μέγεθος; Μεγάλο όμως το κενό που έρχεται να καλύψει. Ευχόμαστε και ελπίζουμε να το χαρεί και ο τελευταίος χωριανός. Οι εκδηλώσεις που θα λάβουν χώρα να έχουν κάτι να πουν από τον μικρό πιτσιρικά, έως τη γιαγιά με τη μαύρη μαντίλα.
Αυτή θα είναι η αξία του και ελπίζουμε αυτός ο προορισμός του.

Και κάτι τελευταίο.
Επιτρέψετέ μας, το δικό μας χαμόγελο να είναι μεγαλύτερο. Είχαμε αρχίσει να φοβόμαστε, ότι μας είχαν ισοπεδώσει το ευρώ (ή η έλλειψη του) και τα navara.

Στις δύσκολες εποχές που το κιλό το λάδι φλερτάρει με τα 2 ευρώ, είναι σημαντικό η Μολαϊτικη κοινωνία να “κλείνει” το μάτι σε αξίες.